Κατά τη διάρκεια της εν εξελίξει αντιμονοπωλιακής δίκης κατά της Google, τα στοιχεία που παρουσίασαν οι εισαγγελείς αποκάλυψαν λεπτομέρειες σχετικά με ένα πρώην στέλεχος που δήλωσε ότι ο στόχος της εταιρείας με τη διαφημιστική της πλατφόρμα ήταν να «συντρίψει» τους άλλους στον ίδιο τομέα.
Οι δηλώσεις έγιναν από τον David Rosenblatt, ο οποίος ήταν ο πρώην πρόεδρος της Google για τη διαφήμιση. Σύμφωνα με σημειώσεις που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο, ο Rosenblatt είπε: «Θα μπορέσουμε να συντρίψουμε τα άλλα δίκτυα και αυτός είναι ο στόχος μας», ενώ μιλούσε για τη στρατηγική της εταιρείας στα τέλη του 2008 ή στις αρχές του 2009. Ο Rosenblatt συζήτησε τα πλεονεκτήματα της κατοχής τεχνολογίας και στις δύο πλευρές της διαφημιστικής αγοράς, συγκρίνοντας τη θέση της Google με εκείνη τόσο του NYSE όσο και της Goldman Sachs.
Ο Rosenblatt δήλωσε: «Η Google δημιούργησε κάτι που είναι συγκρίσιμο με το NYSE ή το Χρηματιστήριο του Λονδίνου. Με άλλα λόγια, θα κάνουμε στην προβολή (διαφημίσεων) ό,τι έκανε η Google στην αναζήτηση». Πρόσθεσε ακόμη ότι με την κατοχή των servers των διαφημίσεων από την ίδια, το διαφημιστικό δίκτυο της Google θα έχει ενδεχομένως την «πρώτη ματιά» στα διαθέσιμα σημεία για την τοποθέτηση διαφημίσεων και ότι θα ήταν «εφιάλτης» για τους εκδότες διαφημίσεων να αλλάξουν πλατφόρμα.
Η παρατήρηση αυτή αποτελεί μέρος της αφήγησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, στο πλαίσιο της οποίας οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι η Google χρησιμοποίησε πρακτικές αποκλεισμού για να διατηρήσει παράνομο μονοπώλιο στην αγορά διαφήμισης, γεγονός που παραβιάζει τα τμήματα 1 και 2 του αντιμονοπωλιακού νόμου του Sherman του 1890. Η αγωγή κατατέθηκε το 2023 και η δίκη ξεκίνησε στις 9 Σεπτεμβρίου. Στόχος της αγωγής είναι να αναγκάσει την Google να πουλήσει σημαντικά τμήματα της διαφημιστικής της δραστηριότητας, ενώ παράλληλα απαιτεί από την εταιρεία να απέχει από ορισμένες επιχειρηματικές πρακτικές.
Η Google αρνείται όλους τους ισχυρισμούς και υποστηρίζει ότι ανταγωνίζεται έντονα άλλες εταιρείες ψηφιακής διαφήμισης, όπως η Microsoft, η Amazon και η Meta. Η Google ισχυρίζεται επίσης ότι οι συμβάσεις για την προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης καθιστούν την εμπειρία του χρήστη πιο απρόσκοπτη, γι’ αυτό και οι χρήστες θέλουν την Google ως προεπιλεγμένη και ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης υπολογίζει εσφαλμένα το μερίδιο αγοράς της στη διαφήμιση.
Αυτή η αντιμονοπωλιακή υπόθεση είναι διαφορετική από εκείνη που είχε καταθέσει το DOJ το 2020 και κατηγορούσε τη Google για παράνομο μονοπώλιο στην αγορά μηχανών αναζήτησης, η ετυμηγορία της οποίας βγήκε εις βάρος της Google. Στο πλαίσιο της απόφασής του, ο δικαστής Amit P. Mehta έγραψε: «Η Google είναι μονοπωλητής και ενήργησε ως τέτοιος για να διατηρήσει το μονοπώλιό της».
[via]