Αναδρομικά, η υπόθεση Σνόουντεν μοιάζει γραφική. Το 2013, η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) των ΗΠΑ κατηγορήθηκε ότι παρακολουθεί τα μεταδεδομένα των Αμερικανών αναζητώντας στοιχεία που θα βοηθήσουν στον εντοπισμό τρομοκρατών. Και, φανταστείτε το, αυτό ήταν μεγάλο σκάνδαλο!
Ακόμη και τότε, θεωρούσα, γράφει η Anne Applebaum στο άρθρο της στην Washington Post, ότι ήταν υπερβολικό να ανησυχούμε τόσο για τη NSA, η οποία διέπεται από κανόνες ηθικής και σεβασμού της ιδιωτικότητας, τουλάχιστον επί της αρχής, και λογοδοτεί στο Κογκρέσο – ενώ δεν ανησυχούσαμε καθόλου για το Facebook, το οποίο διαθέτει πολύ περισσότερα στοιχεία για μας, η λειτουργία του δεν διέπεται από κανόνες και δεν λογοδοτεί σε κανέναν.
Αλλά τώρα ανησυχούμε. Χάρη κυρίως στη δουλειά μίας και μόνης ρεπόρτερ, της Carole Cadwalladr του Observer, μάθαμε ότι το Facebook, όχι μόνο είχε τα δεδομένα μας, αλλά και τα παραχωρούσε σε πρόσωπα που ενσυνειδήτως επεδίωκαν να τα εκμεταλλευθούν για πολιτικούς σκοπούς. Το αποτέλεσμα είναι ότι τελικά ο επικεφαλής της Facebook συμφώνησε να καταθέσει ενώπιον του Κογκρέσου.
Όμως, η εμφάνιση του Ζάκερμπεργκ στην Ουάσινγκτον αυτήν την εβδομάδα είναι μία εθελούσια, εφάπαξ αντίδραση σε ένα σκάνδαλο. Θα έπρεπε να είναι η έναρξη μία συζήτησης, όχι το τέλος της: η Facebook, όπως και κάθε εταιρεία που συγκεντρώνει και αποθηκεύει προσωπικά δεδομένα, πρέπει να τελεί υπό καθεστώς συνεχούς λογοδοσίας στους αμερικανούς πολιτικούς και ρυθμιστικούς θεσμούς. Αυτό δεν χρειάζεται να έχει δρακόντειο χαρακτήρα -ρυθμιστική πλαισίωση δεν σημαίνει «λογοκρισία» – και δεν είναι αδύνατο.
Αλώστε, θέτουμε ρυθμιστικούς κανόνες στις αγορές κεφαλαίου, μία βιομηχανία που αφορά κίνηση δισεκατομμυρίων δολαρίων με μεγάλη ταχύτητα σε ολόκληρο τον κόσμο που αλλάζουν χέρια μεταξύ ανθρώπων που διαρκώς εφευρίσκουν νέους τρόπους για να κλέψουν. Σε σύγκριση με αυτό, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας soft στόχος, γράφει η Washington Post, όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ούτε θα υπάρξει αντίσταση. Ίσως επειδή τρέφει λιγότερες ευαισθησίες απέναντι στη Σίλικον Βάλεϊ, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προχωρήσει πολύ μπροστά σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες στη συζήτηση και τώρα στην εφαρμογή ρυθμιστικού πλαισίου. Τον επόμενο μήνα, θα τεθεί σε εφαρμογή το γενικό ρυθμιστικό πλαίσιο προστασίας δεδομένων της ΕΕ, ένα σύνολο κανόνων που απαιτούν διαφάνεια για όλες τις online εταιρείες ως προς τη χρήση των δεδομένων, προβλέπουν την επιβολή μεγαλύτερου ελέγχου των ιδιωτών επί των δεδομένων τους, καθώς και την επιβολή κυρώσεων για καταχρήσεις. Ο Ζάκερμπεργκ όχι μόνο δεν εξέφρασε αποτροπιασμό για την επιβολή αυτών των μέτρων, αλλά εμφανίστηκε ανακουφισμένος. Την περασμένη εβδομάδα είπε ότι προτίθεται να εφαρμόσει τους ευρωπαϊκούς κανόνες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Όπως συμβαίνει πάντα με αυτές τις συμφωνίες διαφύλαξης προσωπικών δεδομένων, ας δούμε τα ψιλά γράμματα αυτής της δέσμευσης. Ακόμη καλύτερα, ας τα γράψουμε οι ίδιοι. Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για την προστασία προσωπικών δεδομένων είναι μία αρχή, αλλά για ποιον λόγο οι Αμερικανοί δεν αρχίζουν να σκέφτονται με μεγαλύτερη δημιουργικότητα τι πραγματικά θέλουν από τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας;
Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να ζητήσουμε περισσότερη δημόσια έρευνα και εποπτεία επί των αλγορίθμων που χρησιμοποιούν για να καθορίσουν τι βλέπουν οι άνθρωποι. Θα μπορούσαμε να ζητήσουμε την επανεπένδυση μέρους των κερδών τους στα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης το επιχειρηματικό μοντέλο των οποίων αυτές διέλυσαν, ζημιώνοντας κυρίως μικρότερες κοινότητες που έχασαν τις τοπικές τους εφημερίδες. Το βέβαιο είναι ότι χρειάζεται να δημιουργήσουμε χώρο για έρευνα επί των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών τους επιπτώσεων. Η Facebook ανακοίνωσε μόλις ότι, μαζί με μία ομάδα ιδρυμάτων , θα αρχίσει στενή συνεργασία με πανεπιστημιακούς. Οι άλλες πλατφόρμες χρειάζεται επίσης να σκεφτούν για το πώς θα συνεργασθούν με ερευνητές και ίσως και με την κυβέρνηση, ώστε να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τι γίνεται.
Αυτή η συζήτηση έπρεπε να γίνει προ πολλού. Τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, τα μέσα κοινωνικά δικτύωσης και άλλες καινοτομίες έχουν δημιουργήσει νέες προκλήσεις για τη διαδικασία επιβολής του νόμου και την εθνική ασφάλεια. Έχουν επίσης συμβάλει στην αύξηση της πόλωσης και υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στους δημόσιους θεσμούς, στην Αμερική και παντού αλλού. Ο Ζάκερμπεργκ από μόνος του δεν πρόκειται να φέρει μια λύση σε οποιοδήποτε από αυτά τα προβλήματα. Εμείς είμαστε οι πελάτες της Facebook, αλλά είμαστε επίσης πολίτες μίας δημοκρατίας. Έχουμε το δικαίωμα να αποφασίσουμε πώς θέλουμε αυτή η τεχνολογία να επηρεάσει τις ζωές μας και την πολιτική μας ζωή και ήρθε η ώρα να το πούμε.